Η φωτογραφία μου
Master of Science in Economics, Athens University of Economics and Business.

Κυπριακό: Ένα πρόβλημα που εκκρεμεί μισό αιώνα...

Οι αντιδράσεις της Τουρκίας στις έρευνες για τον εντοπισμό φυσικού αερίου και πετρελαίου που διεξάγονται στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Κύπρου είναι μία ευκαιρία να κάνουμε μία σύντομη αναδρομή στο μείζον θέμα του Κυπριακού. Έχει ήδη περάσει περίπου μισός αιώνας από το 1959, όταν δόθηκε η μοναδική μέχρι σήμερα λύση στο ακανθώδες πολιτικό πρόβλημα της Μεγαλονήσου. Οι Συνθήκες της Ζυρίχης και του Λονδίνου, που υπογράφηκαν τότε, προέβλεπαν την ίδρυση ανεξάρτητου κυπριακού κράτους με έλληνα πρόεδρο και με τρεις εγγυήτριες δυνάμεις: τη Μεγάλη Βρετανία, την Ελλάδα και την Τουρκία. Ό,τι δηλαδή είναι σήμερα –θεωρητικά τουλάχιστον– ο στόχος της ελληνοκυπριακής πλευράς! Μετά την υπογραφή των συνθηκών αυτών, ο εθνάρχης Μακάριος επέστρεψε θριαμβευτής στην Κύπρο, ενώ ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής στιγματίστηκε ως μειοδότης των εθνικών συμφερόντων στην ενδοχώρα. Δυστυχώς, ο εθνικισμός –μόνιμη παθογένεια της ελληνικής κοινωνίας– είχε εμφιλοχωρήσει για ακόμη μια φορά. Η αλήθεια, φυσικά, ήταν τελείως διαφορετική. Ο μεγάλος μακεδόνας πολιτικός διείδε ότι η επιθυμητή ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ήταν ανέφικτη με διπλωματικά μέσα λόγω της γεωστρατηγικής σημασίας της Μεγαλονήσου για τους Βρετανούς. Το Ηνωμένο Βασίλειο, σε μια χαρακτηριστική εφαρμογή της συνηθισμένης του τακτικής «διαίρει και βασίλευε», ενέπλεξε την Τουρκία στη χρόνια ελληνοβρετανική διαμάχη στο νησί. Αποτιμώντας, σήμερα, με νηφαλιότητα και χωρίς εθνικιστικές εξάρσεις τις τότε συμφωνίες, μπορούμε να πούμε ότι αποτελούσαν τη βέλτιστη διπλωματική λύση για την ευημερία της πολύπαθης Κύπρου. Ο Καραμανλής καταγράφηκε, έτσι, στην Ιστορία ως ο μοναδικός έλληνας πολιτικός που έλυσε το Κυπριακό.

Τον Ιούλιο του 1974 η «Χούντα των Αθηνών» –όπως την αποκαλούσε ο Μακάριος (θέλοντας ίσως να δείξει την κολοβή νομιμοποίησή της – μόνο στην περιοχή της πρωτεύουσας)– έκανε την εγκληματική κίνηση του πραξικοπήματος με την απόπειρα δολοφονίας του Μακαρίου. Από το σημείο εκείνο άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την τουρκική εισβολή και την κυπριακή τραγωδία των 4.000 νεκρών, των 1.619 αγνοουμένων και των 200.000 προσφύγων. Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων της ενδοχώρας, μέχρι και σήμερα, αισθανόμαστε το μέγεθος των ευθυνών μας απέναντι στους Ελληνοκύπριους συμπατριώτες μας για την ενέργεια αυτή, που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου, με αποτέλεσμα το αιματοκύλισμα και τη διχοτόμηση της Μεγαλονήσου. Ήταν, όμως, μια ενέργεια των πραξικοπηματιών, κατ’ ακρίβεια του Δημήτρη Ιωαννίδη, που δεν είχε καμία δημοκρατική νομιμοποίηση από την ελληνική κοινωνία. Με την επαναφορά της Δημοκρατίας, ο δικτάτορας Ιωαννίδης καταδικάστηκε σε θάνατο από την Ελληνική Δικαιοσύνη και τον Αύγουστο του 2010 απεβίωσε στη φυλακή.

Σε αντίθεση με την εγκληματική εξωτερική πολιτική της Χούντας, η διπλωματία της νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη (με υπουργό Εξωτερικών τον Γιώργο Παπανδρέου, σημερινό πρωθυπουργό) πέτυχε την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ανεξάρτητα από την επίλυση του πολιτικού της προβλήματος! Ήταν πραγματικά μια τεράστια επιτυχία για την ελληνοκυπριακή πλευρά, ένα θαυμαστό επίτευγμα, ιδίως ως προς το τελευταίο του σκέλος: τη μη επίλυση του κυπριακού προβλήματος ως προαπαιτούμενο της ένταξης. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι Έλληνες και Ελληνοκύπριοι κατηγορούμαστε μέχρι σήμερα, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι κοροϊδέψαμε τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση εξασφαλίζοντας την ένταξη, αλλά απορρίπτοντας τη λύση της επανένωσης (με το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν το 2004), που βεβαιώναμε ότι επιθυμούσαμε. Εξακολουθούμε, όμως, να δηλώνουμε ότι η πολιτική μας στοχεύει στη δίκαιη, βιώσιμη και λειτουργική λύση του Κυπριακού. Και είναι πέραν πάσης αμφιβολίας ότι για το πόσο βιώσιμο και λειτουργικό είναι ένα σχέδιο επανένωσης, μπορούν να τοποθετηθούν καλύτερα απ’ όλους οι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Συνεπώς, η απόρριψη του Σχεδίου Ανάν οφείλει να γίνει σεβαστή ως η ετυμηγορία του κυπριακού λαού. Διάφορες δημοσκοπήσεις που έλαβαν χώρα στην ελληνοκυπριακή κοινότητα (και είδαν το φως της δημοσιότητας και στην Ελλάδα) έδειξαν ότι οι Ελληνοκύπριοι, στην πλειονότητά τους, δεν επιθυμούν την ένωση με το φτωχό βορρά. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι ο ελληνοκυπριακός λαός, παρά τα δραματικά γεγονότα του 1974, κατάφερε να πετύχει πρωτόγνωρη οικονομική ανάπτυξη βασιζόμενος στο κυπριακό επιχειρηματικό δαιμόνιο, αλλά και σε ένα αξιοζήλευτο εκπαιδευτικό σύστημα (η μόνη ίσως συνεισφορά της μακροχρόνιας βρετανικής επικυριαρχίας). Ενδεικτικό ίσως είναι ότι η Κυπριακή Δημοκρατία ικανοποιούσε όλα τα κριτήρια ένταξης στην Ευρωζώνη χωρίς να χρειαστεί να προηγηθεί μια περίοδος σκληρής λιτότητας, όπως έγινε στην Ελλάδα. Επίσης, για τους οικονομικούς συσχετισμούς στη Μεγαλόνησο, μπορούμε να αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι η σχέση του κατά κεφαλήν εισοδήματος μεταξύ τουρκικού βορρά και ελληνικού νότου είναι περίπου 1 προς 7! Είναι, επομένως, αναπόφευκτο ότι η ένωση των δύο κοινοτήτων θα έχει παράπλευρες αρνητικές συνέπειες για την οικονομία του πλούσιου νότου. (Ποιος ξεχνάει τις συνέπειες της ένωσης της Ανατολικής Γερμανίας με τη Δυτική για την οικονομία της τελευταίας;). Όπως, επίσης, είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία επανένωσης χωρίς αμοιβαίες υποχωρήσεις, 40 περίπου χρόνια μετά από έναν πόλεμο. Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή των Ελληνοκυπρίων θα είναι σεβαστή από την Ελλάδα, η οποία, έχοντας εδραιώσει πλέον τη Δημοκρατία, είναι σε θέση να την υπερασπιστεί στη διεθνή κοινότητα – ακόμα κι αν αυτή συνίσταται σε δύο ξεχωριστά ανεξάρτητα κράτη στην Κύπρο. Η διαιώνιση, όμως, της σημερινής κατάστασης είναι επισφαλής για όλους. Αναμφίβολα, δηλητηριάζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αλλά, πρωτίστως, είναι επικίνδυνη για τον ελληνοκυπριακό λαό, που περιβάλλεται από δυνάμεις κατοχής στη βόρεια πλευρά της νήσου. Εν κατακλείδι και λαμβάνοντας υπόψη πως όλοι οι Κύπριοι, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, είναι πρώτα Κύπριοι και μετά Έλληνες και Τούρκοι, ευελπιστούμε ότι θα επιδιώξουν τη λύση της επανένωσης δρομολογώντας ένα μέλλον ειρήνης, ασφάλειας και ευημερίας για το «χρυσοπράσινο φύλλο του πελάγους» *…

* Στίχος από το ομώνυμο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη και του Λεωνίδα Μαλένη.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «University Press» τον Οκτώβριο του 2011.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου